- ἐθέλοντες
- ἐθέλωto be willingpres part act masc nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
'θέλοντες — ἐθέλοντες , ἐθέλω to be willing pres part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Λεγεώνα των Ξένων — Στρατιωτική μονάδα που συγκροτείται από ξένους εθελοντές ή μισθοφόρους. Πιο συγκεκριμένα, ο όρος αναφέρεται σε δύο στρατιωτικά σώματα που συγκροτήθηκαν στη Γαλλία και στην Ισπανία. Γαλλική Λ. των Ξ. Ειδικό σώμα του γαλλικού στρατού, που… … Dictionary of Greek
γαριβαλδινός — ή, ό 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον οίκο Γαριβάλδη 2. εθελοντές στο Σώμα τού Γαριβάλδη 3. ερυθροχίτωνες* εθελοντές τού πολέμου τού 1912 με τον Αλ. Ρώμα επικεφαλής … Dictionary of Greek
Γιατροί Χωρίς Σύνορα — Ανεξάρτητη ανθρωπιστική οργάνωση, που έχει σκοπό την ανθρωπιστική αλληλεγγύη, και συγκεκριμένα την παροχή ιατρικής βοήθειας οπουδήποτε υπάρχει ανάγκη, ανεξάρτητα από φυλή, θρησκεία, πολιτικές πεποιθήσεις ή φύλο. Στόχος της επίσης είναι και η… … Dictionary of Greek
Греческая рота им. Ригаса Фереоса — Рота Ригас Фереос Годы существования декабрь 1936 5 октября 1938 Страна … Википедия
BEL sive BELES — BEL, sive BELES Apollo ab Aquileiensibus Italiae populis sic dictus, Herodian. l. 8. c. 3. Βέλιν δὲ καλοῦτι τοῦτον, σέβουσί τε ὑπερφυῶς, Α᾿πόλλωνα εἶναι ἐθέλοντες. Ubi Βέλινον legendum moner Salmas … Hofmann J. Lexicon universale
TAPHIAE — insulae maris lonii, quas prope Echinadas Strabo, l. 10. ponit, quarum caput Taphus. Inter Achaiam seu inter fauces sinus Corinthiaci ad Ortum et Leucadiam ad Occasum. Iis Taphii ac Teleboae imperârunt, de quibus huiuscemodi repetit originem… … Hofmann J. Lexicon universale
αίμα — Ρευστός ιστός του οποίου τα στερεά κυτταρικά στοιχεία αιωρούνται σε μια ροώδη μεσοκυττάρια ουσία, που ονομάζεται πλάσμα. Κυκλοφορεί σε ένα σύστημα αγγείων, το κυκλοφορικό σύστημα, και αντιπροσωπεύει για τα ανώτερα ζώα το μέσο με το οποίο… … Dictionary of Greek
ακρωτήρι — I Πεδινός οικισμός (υψόμ. 120 μ., 450 κάτ.) της Σαντορίνης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θήρας του νομού Κυκλάδων. Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο του νησιού. Στην περιοχή, από ανασκαφές που άρχισαν το 1967 και συνεχίζονται ακόμη, ανακαλύφθηκε… … Dictionary of Greek